Categories

Κωνσταντίνος Μητσοτάκης

Posted by at 15 July, at 18 : 46 PM Print

Διορατικός ηγέτης, που εκτιµήθηκε αργά

■ Του ΝΙΚΟΥ ΓΚΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗ

 

estiator: Ο Νίκος Γκατζογιάννης καλωσορίζει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τη σύζυγό του Μαρίκα στο χωριό καταγωγής του, Λια Φιλιατών, στην ορεινή Hπειρο, το καλοκαίρι του 1990.

Ο Νίκος Γκατζογιάννης καλωσορίζει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τη σύζυγό του Μαρίκα στο χωριό καταγωγής του, Λια Φιλιατών, στην ορεινή Hπειρο, το καλοκαίρι του 1990.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν από τους πιο αποτελεσµατικούς πρωθυπουργούς στη σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας. ∆υστυχώς, ήταν επίσης ένας από τους πιο υποεκτιµηµένους όσο ήταν στην εξουσία.

Αν είχε διατελέσει πρωθυπουργός επί δέκα χρόνια όπως ο πολιτικός του αντίπαλος, Ανδρέας Παπανδρέου, αντί τρία, η Ελλάδα θα ήταν ζωτικό µέλος της Ε.Ε. σήµερα, που θα έχαιρε της εκτίµησης των εταίρων της, όχι ο άπορος παρίας στον οποίο έχει µετατραπεί.

Καθώς πέρασε ο καιρός και οι Ελληνες είδαν πώς οι διάδοχοί του άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου που τους µαστίζει εδώ και δέκα χρόνια, τον εξέτασαν πιο νηφάλια. Αρχισαν να τον βλέπουν ως τον οξυδερκή, µεθοδικό, διορατικό πολιτικό ηγέτη που ήταν, και να µετανιώνουν για τη βιαστική τους απόφαση να τον αντικαταστήσουν το 1993 µε τον σπάταλο κρατιστή Παπανδρέου.

Ενα δραµατικό παράδειγµα του διαφορετικού τρόπου διακυβέρνησης µεταξύ Παπανδρέου και Μητσοτάκη είναι το πώς αντιµετώπισαν το σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης. Ο Παπανδρέου σχεδόν το χρεοκόπησε, µοιράζοντας απλόχερα επιδόµατα στους πολιτικούς του υποστηρικτές, συµπεριλαµβανοµένων και γενναιόδωρων συντάξεων σε «αντιστασιακούς», πολλοί εκ των οποίων ήταν 3 µε 5 ετών στα χρόνια του πολέµου. Καµία σοβαρή προσπάθεια διάσωσης του συστήµατος δεν έγινε µέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’80.

Οταν ο Μητσοτάκης έγινε πρωθυπουργός, κινήθηκε αποφασιστικά για να ενισχύσει το ασφαλιστικό σύστηµα, παρά τους πολιτικούς κινδύνους που αυτό συνεπαγόταν για το κόµµα του. Σε στενή συνεργασία µε κρίσιµους υπουργούς, όπως ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς και ο Γιώργος Σουφλιάς, πέρασε τρεις σηµαντικούς νόµους στα πρώτα δύο του χρόνια στην εξουσία που αύξησαν την ελάχιστη ηλικία συνταξιοδότησης στα 65 έτη, υποχρέωσαν πρώτη φορά τους δηµοσίους υπαλλήλους να πληρώνουν εισφορές και κατάργησαν τις συντάξεις δεκάδων χιλιάδων «αντιστασιακών-βρεφών».

 

Ενας διαφορετικός πολιτικός

Η κατάσταση της ελληνικής οικονοµίας ήταν που µε έφερε πρώτη φορά σε επαφή µε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Τον γνώρισα το 1969 στη Νέα Υόρκη, στο σπίτι ενός κοινού φίλου, του Σπύρου Γρανίτσα. Ο Γρανίτσας µού έδωσε ένα καυστικό άρθρο για την ελληνική οικονοµία επί χούντας που είχε γράψει ο επιβλητικός Κρητικός που στεκόταν µπροστά µου. Ο συντάκτης του άρθρου ήθελε να δηµοσιευθεί στη Wall Street Journal, όπου εργαζόµουν εκείνη την εποχή.

«Μπορείτε να πείσετε τους αρχισυντάκτες σας να το δηµοσιεύσουν;», µε ρώτησε ο Μητσοτάκης αφού το διάβασα.

«Οχι µε τον τρόπο που έχει γραφτεί» απάντησα απότοµα, ελπίζοντας ότι η τραχιά µου ευθύτητα θα τον οδηγούσε να αποσύρει το αίτηµα. Το κόλπο είχε λειτουργήσει µε άλλους Ελληνες πολιτικούς.

Αντ’ αυτού, µε ρώτησε: «Μπορείτε να µε βοηθήσετε να το διορθώσω;». Η έλλειψη έπαρσης µε εξέπληξε και µε εντυπωσίασε. Τον βοήθησα να ξαναγράψει το άρθρο και δηµοσιεύθηκε στην εφηµερίδα µερικές µέρες αργότερα.

Οταν η χούντα έπεσε και ο Μητσοτάκης επέστρεψε στην Ελλάδα, τον επισκεπτόµουν οποτεδήποτε πήγαινα στην Αθήνα. Σε µία τέτοια επίσκεψη, το 1990, ζήτησε τη βοήθειά µου ενόψει των εκλογών, µετά την αποτυχία της Νέας ∆ηµοκρατίας να κερδίσει την αυτοδυναµία σε δύο διαδοχικές αναµετρήσεις. Πέρασα κάθε µέρα του επόµενου µήνα µαζί του. Παρατήρησα ξανά ότι συµπεριφερόταν διαφορετικά από τους υπόλοιπους Ελληνες πολιτικούς που ήξερα. Αντί να συγκεντρώνει το επιτελείο του κάθε πρωί και να δίνει εντολές, ζητούσε τη γνώµη τους και πάντα επέλεγε την πρόταση που έβγαζε το περισσότερο νόηµα, ανεξαρτήτως αν ήταν αντίθετη µε τη δική του άποψη.

Εγραψα πολλές από τις οµιλίες του κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας – οµιλίες που δεν ήταν γεµάτες µεγαλεπήβολες υποσχέσεις και προτροπές, όπως η παραδοσιακή πολιτική ρητορική στην Ελλάδα, αλλά ήταν µπολιασµένες µε ιστορικές αναφορές και λογοτεχνικά αποσπάσµατα. Ηταν η τρίτη εκλογική αναµέτρηση σε λιγότερο από έναν χρόνο, και η Νέα ∆ηµοκρατία, παρότι είχε πλησιάσει, δεν είχε φτάσει στο 47% που χρειαζόταν για να σχηµατίσει αυτοδύναµη κυβέρνηση. Στη σηµαντική οµιλία που εκφώνησε στην Αθήνα στο τέλος της προεκλογικής εκστρατείας, εισήγαγα κάποιους στίχους από το ποίηµα «Μυθιστόρηµα» του Γιώργου Σεφέρη, που θεώρησα ότι θα ενέπνεαν:

Λίγο ακόµα
θα ιδούµε τις αµυγδαλιές ν’ανθίζουν
τα µάρµαρα να λάµπουν στον ήλιο
τη θάλασσα να κυµατίζει
λίγο ακόµα,
να σηκωθούµε λίγο ψηλότερα.

Ολοι οι στενοί του σύµβουλοι του είπαν ότι µία τέτοια οµιλία δεν θα είχε απήχηση σε ένα ελληνικό ακροατήριο, και τον παρότρυναν να απευθύνει ένα πιο παραδοσιακό διάγγελµα. Τους αγνόησε και εκφώνησε την οµιλία όπως ήταν γραµµένη. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έκρινε τους ανθρώπους αξιοκρατικά και, αν κέρδιζες την εµπιστοσύνη του, σε στήριζε µέχρι τέλους.

Πέτυχε τη νίκη που του διέφυγε στις προηγούµενες δύο εκλογές, και απέδωσε το γεγονός στην καλύτερη εκστρατεία που διεξήγαγε. Οταν τελείωσε η µάχη, µε ευχαρίστησε για τη συνεισφορά µου και πρόσθεσε: «Τι µπορώ να κάνω για σένα για να σου δείξω την εκτίµησή µου;».

«Μπορείς να έρθεις στο χωριό µου για τα γενέθλιά µου», του είπα. Είχα ζητήσει κάτι αντίστοιχο από άλλους Ελληνες πολιτικούς που είχα βοηθήσει µέσα στα χρόνια, οι οποίοι, όταν µάθαιναν ότι το χωριό βρισκόταν ψηλά στα βουνά της Μουργκάνας, κοντά στα σύνορα µε την Αλβανία, συνήθως έβρισκαν µία δικαιολογία για να αποφύγουν το ταξίδι. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, όµως, δεν ήταν τέτοιος πολιτικός. Στις 23 Ιουλίου του 1990 κατέφθασε στο χωριό Λια, µε τη γυναίκα του Μαρίκα και τον γιο του Κυριάκο. Αντί για µία γρήγορη πτήση µε ελικόπτερο, προτίµησε την αργή ανάβαση µε αυτοκίνητο από τον επικίνδυνο δρόµο, ώστε να θαυµάσει το θεαµατικό τοπίο και να σταµατήσει σε όλα τα χωριά για να χαιρετίσει τους ντόπιους. Οταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έδινε µία υπόσχεση, την τηρούσε.

 

«Το Ελληνικό Θαύµα»

Πριν επιστρέψω στην Αµερική εκείνο το καλοκαίρι, µε κάλεσε στο γραφείο του και µου είπε ότι τον προβληµάτιζαν οι αρνητικές εντυπώσεις που είχαν δηµιουργήσει στις ΗΠΑ για την Ελλάδα τα σκάνδαλα του Παπανδρέου. «Γνωρίζεις την Αµερική», είπε. «Τι µπορούµε να κάνουµε για να βελτιώσουµε την εικόνα µας εκεί;»

Του είπα ότι το καλύτερό µας όπλο ήταν ο πολιτισµός µας και τον συµβούλευσα να εγκρίνει τη µεταφορά ορισµένων από τα κορυφαία έργα τέχνης από τη χρυσή εποχή της Ελλάδας, τον 5ο αιώνα π.Χ., στις ΗΠΑ για να εκτεθούν προς τιµήν της επετείου των 2.500 ετών από την ίδρυση της ∆ηµοκρατίας.

Αρχικά δίστασε. Προηγούµενες απόπειρες τέτοιων προσωρινών εξαγωγών είχαν προκαλέσει τεράστιες διαδηλώσεις στην Ελλάδα. Του πρότεινα η Ελλάδα να ζητήσει ως αντάλλαγµα τους καλύτερους πίνακες από τα µουσεία όπου θα εκτίθεντο τα ελληνικά έργα. Ενθουσιάστηκε µε την ιδέα και µε εξουσιοδότησε να ξεκινήσω διαπραγµατεύσεις µε την Εθνική Πινακοθήκη στην Ουάσιγκτον και το Metropolitan Museum of Art στη Νέα Υόρκη. Τα µουσεία αυτά δέχθηκαν να στείλουν τρία πολύτιµα έργα από τις συλλογές τους, επιλεγµένα από Ελληνες ειδικούς σε θέµατα τέχνης, για καθένα από τα 22 γλυπτά που οι δικοί τους έφοροι ήθελαν από την Ελλάδα.

Η ελληνική έκθεση που ταξίδεψε στις ΗΠΑ, «Το Ελληνικό Θαύµα – Γλυπτά από τη Χαραυγή της ∆ηµοκρατίας», ήταν από τις πιο δηµοφιλείς στην ιστορία των δύο µουσείων. Ανέδειξε τη συνεισφορά της Ελλάδας στο δυτικό πολιτισµό σε όλες τις Ηνωµένες Πολιτείες. Η έκθεση των αριστουργηµάτων των δύο µουσείων στην Ελλάδα, µε τίτλο «Από τον Ελ Γκρέκο στον Σεζάν», ήταν η πιο δηµοφιλής που έλαβε χώρα στην Αθήνα στη συλλογική µνήµη.

Η επιτυχία των δύο εκθέσεων, που δεν θα γίνονταν ποτέ πραγµατικότητα χωρίς την αµείωτη στήριξη του Μητσοτάκη, επέτρεψε στις µελλοντικές κυβερνήσεις της Ελλάδας να χρησιµοποιήσουν τους αµέτρητους πολιτιστικούς θησαυρούς της χώρας για να προωθήσουν τα εθνικά συµφέροντα στο εξωτερικό χωρίς κάποια αρνητική αντίδραση στο εσωτερικό.

 

Σταµατώντας την αιµορραγία

Αυτό που ήταν συναρπαστικό για έναν παρατηρητή της τριετούς πρωθυπουργίας του Μητσοτάκη ήταν η αυτοπεποίθηση µε την οποία κυβερνούσε, το πόσο καλά γνώριζε τα θέµατα και η τόλµη στην προώθηση νέων πρωτοβουλιών. Με κινήσεις που διαδέχονταν ταχέως η µία την άλλη, επέκτεινε το δίκτυο του Μετρό στην Αθήνα, έφτιαξε νέους δρόµους, ενίσχυσε τη δυναµικότητα λιµανιών, δηµιούργησε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, έδωσε το «πράσινο φως» για το νέο αεροδρόµιο στα Σπάτα, αύξησε την παραγωγικότητα και δηµιούργησε θέσεις εργασίας µέσω της απελευθέρωσης της οικονοµίας και των ιδιωτικοποιήσεων.

Οταν ο Μητσοτάκης έγινε πρωθυπουργός το 1990, η ελληνική οικονοµία ήταν σε άθλια κατάσταση. Στα προηγούµενα οκτώ χρόνια, το χρέος είχε εκτοξευθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ, από 38% σε 108%. Το δηµοσιονοµικό έλλειµµα, από 2,7% του ΑΕΠ, είχε φτάσει το ιλιγγιώδες 17,6%. Στα χρόνια της διακυβέρνησής του, ο Παπανδρέου είχε διορίσει 300.000 νέους δηµοσίους υπαλλήλους και ίδρυσε χιλιάδες νέες κρατικές επιχειρήσεις, που σχεδόν όλες ήταν ελλειµµατικές.

Ο Μητσοτάκης έλαβε άµεσα δράση για να σταµατήσει την οικονοµική αιµορραγία και να αποκαταστήσει τη σταθερότητα. Σε µία σύντοµη περίοδο, 66 κρατικές επιχειρήσεις πωλήθηκαν ή ρευστοποιήθηκαν και 15 εταιρείες που ανήκαν σε κρατικές τράπεζες βρήκαν κι αυτές αγοραστή. Ο κώδικας φορολογίας απλοποιήθηκε και τα φορολογικά αρχεία άρχισαν να τηρούνται σε ηλεκτρονική µορφή πρώτη φορά. Με την αύξηση των δαπανών και τη µείωση της σπατάλης, η οικονοµία άρχισε να σταθεροποιείται. Μέσα σε δύο χρόνια το έλλειµµα µειώθηκε από 17,6% του ΑΕΠ σε 8,8%.

Αυτού του είδους οι τολµηρές πολιτικές οδήγησαν τον Χένινγκ Κριστόφερσεν, που ήταν επίτροπος Οικονοµικών Υποθέσεων της ΕΟΚ/Ε.Ε. την περίοδο 1985-95, να πει το 2010, στον απόηχο της οικονοµικής κατάρρευσης της Ελλάδας: «Αν είχε επιτραπεί στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του να ολοκληρώσουν το οικονοµικό τους πρόγραµµα, σήµερα η Ελλάδα θα ήταν στην εµπροσθοφυλακή των πιο επιτυχηµένων οικονοµιών της Ευρωζώνης».

 

Ανοίγοντας δρόµους

Οταν κάποιος του έφερνε µία καλή ιδέα, ο Μητσοτάκης επιχειρούσε να την υλοποιήσει, όσο απίθανη κι αν έµοιαζε. Το 1991 διάβασα στο περιοδικό Economist ότι η Παγκόσµια Τράπεζα εξέταζε το ενδεχόµενο να ανοικοδοµήσει την ιστορική Εγνατία Οδό, που εκτεινόταν από τη δυτική ακτή της Αλβανίας, µέσω της σηµερινής ΠΓ∆Μ και της Βουλγαρίας, έως την Κωνσταντινούπολη. Πήρα µία πτήση για την Αθήνα, πήγα να δω τον Μητσοτάκη και άπλωσα το άρθρο µπροστά του. «Κώστα, αν αυτό συµβεί όλη η κίνηση από την Ευρώπη προς την Ανατολή θα παρακάµπτει την Ελλάδα και η βόρεια Ελλάδα θα µείνει στο περιθώριο», του είπα.

Μέσα σε λίγες µέρες, εκείνος διέταξε το υπουργείο ∆ηµοσίων Εργων να προετοιµάσει µία πρόταση για να χτίσει η Ε.Ε. την Εγνατία Οδό στην Ελλάδα. Αντί να διαγράψει εκ νέου την ιστορική της διαδροµή, που θα σήµαινε το πέρασµα τριών συνόρων για να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη, το ελληνικό σχέδιο θα µετέφερε την Εγνατία νότια, αποκλειστικά εντός της ελληνικής επικράτειας. Ετσι, θα µπορούσε να φτάσει στην Τουρκία χωρίς διακοπές.

Το σχέδιο εγκρίθηκε από τις Βρυξέλλες, µε αποτέλεσµα σήµερα ο µεγαλύτερος αυτοκινητόδροµος που χρηµατοδοτήθηκε ποτέ από την Ε.Ε. –684 χιλιόµετρα– να βρίσκεται εντός των ελληνικών συνόρων. Οταν ολοκληρωθεί η Ιονία Οδός, που θα συνδέει την Πελοπόννησο µε την Εγνατία και τα Βαλκάνια, η Ελλάδα –όχι οι βόρειοι γείτονές µας– θα γίνει το σταυροδρόµι της Ευρώπης µε την Ανατολή. Ολα αυτά, που συνιστούν µία από τις λίγες θετικές προοπτικές για τη χώρα, συµβαίνουν χάρη στη διορατικότητα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Αυτό που θαύµαζα πάνω από όλα σε αυτόν ως πρωθυπουργό είναι ότι προσπαθούσε να κάνει το καλύτερο για τη χώρα του ανεξαρτήτως πολιτικού κόστους και χωρίς να υπολογίζει ποια συµφέροντα πλήττονταν. Ως πρωθυπουργός συγκρούστηκε µε τους ολιγάρχες, τους µιντιάρχες, τα πιο ισχυρά λόµπι, όπως κανένας άλλος Ελληνας ηγέτης. Το έκανε αδιαφορώντας για το πολιτικό ρίσκο. Εκείνοι µε τη σειρά τους έκαναν οτιδήποτε περνούσε από το χέρι τους για να τον ανατρέψουν, και το 1993 τα κατάφεραν. Ετσι η Ελλάδα επέστρεψε στις σπάταλες πολιτικές του Παπανδρέου, που έσπρωξαν τη χώρα προς την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήµερα.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προέβλεψε την επερχόµενη οικονοµική καταστροφή νωρίτερα από οποιονδήποτε άλλον ξέρω. «Η οικονοµία µας δεν θα επιβιώσει µε αυτόν τον ρυθµό δανεισµού», µου είπε το 1997. «Η κατάρρευση είναι αναπόφευκτη». Ωστόσο, λυπήθηκε βαθιά όταν η προφητεία του επαληθεύθηκε. «Η χειρότερη τραγωδία µας από την εποχή του Εµφυλίου», µου είπε την τελευταία φορά που τον είδα. Αλλά ήταν αισιόδοξος για το µέλλον, ίσως επειδή ήταν πολύ πιθανό ο γιος του να παίξει έναν κρίσιµο ρόλο στη διαµόρφωσή του. «Οι Ελληνες ξέρουν να επιβιώσουν», πρόσθεσε. «Θα το ξεπεράσουµε και αυτό».

Είναι κρίµα που ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν έζησε για να δει τον Κυριάκο να κάθεται στην πρωθυπουργική καρέκλα στην οποία είχε και ο ίδιος καθήσει. Είµαι όµως σίγουρος ότι κίνησε για το τελευταίο του ταξίδι χωρίς να έχει αµφιβολίες ότι αυτό θα συµβεί.

(www.kathimerini.gr)

HOME PAGE

Related Posts

Comments are closed.